ΖΕΦΥΡΟΣ: Ποτέ δεν είδα τόσο μεγαλόπρεπη πομπή στη θάλασσα, αφ’ ότου υπάρχω και πνέω. Εσύ δεν την είδες Νότε;
ΝΟΤΟΣ: Ποια πομπή εννοείς, Ζέφυρε; Και ποιοι έπαιρναν μέρος;
ΖΕΦΥΡΟΣ: Έχασες το πιο ευχάριστο θέαμα, που παρόμοιό του δε θα δεις ποτέ ξανά.
ΝΟΤΟΣ: Είχα δουλειά στην Ερυθρά θάλασσα και φύσηξα επίσης σε κάποια περιοχή της Ινδίας, στα παράλια της χώρας. Δεν έχω λοιπόν ιδέα για τι πράγμα μου μιλάς.
ΖΕΦΥΡΟΣ: Πες μου, ξέρεις τον Αγήνορα από τη Σιδώνα;
ΝΟΤΟΣ: Ναι, τον πατέρα της Ευρώπης. Και λοιπόν;
ΖΕΦΥΡΟΣ: Γι αυτή την κοπέλα θα σου διηγηθώ.
ΝΟΤΟΣ: Μήπως ο Δίας είναι ερωτευμένος μαζί της εδώ και καιρό; Τούτο το ξέρω από παλιά.
ΖΕΦΥΡΟΣ: Για τον έρωτα μπορεί να ξέρεις, άκου όμως τι έγινε στη συνέχεια. Η Ευρώπη παίζοντας κατέβηκε προς την ακτή μαζί με τις φιλενάδες της. Τότε ο Δίας πήρε τη μορφή ταύρου κι έπαιζε μαζί τους, πάρα πολύ όμορφος, γιατί ήταν κατάλευκος, με ωραία στριφογυριστά κέρατα και ήμερο βλέμμα. Πηδούσε λοιπόν κι αυτός στην ακρογιαλιά και μούγκριζε τόσο γλυκά, που η Ευρώπη τόλμησε ν’ ανέβει πάνω του. Μόλις έγινε αυτό, ο Δίας όρμησε προς τη θάλασσα με κείνη στην πλάτη του, έπεσε μέσα και κολυμπούσε. Αυτή τότε τρομοκρατήθηκε πολύ, με το αριστερό χέρι κρατιόταν από το κέρατο για να μη πέσει και με το άλλο κρατούσε το πέπλο της που ανέμιζε.
ΝΟΤΟΣ: Ευχάριστο το θέαμα που είδες, Ζέφυρε, και ερωτικό’ το Δία να κολυμπά και να μεταφέρει την αγαπημένη του!
ΖΕΦΥΡΟΣ: Κι όμως ό,τι ακολούθησε ήταν πολύ πιο ευχάριστο, Νότε. Η Θάλασσα έμεινε αμέσως ακυμάτιστη, ηρέμησε κι έγινε λάδι. Όλοι εμείς κάναμε ησυχία και τους ακολουθούσαμε, απλοί θεατές των συμβάντων, ενώ Έρωτες πετούσαν δίπλα, λίγο πάνω από τη θάλασσα, ώστε να χαϊδεύουν πότε-πότε με την άκρη του ποδιού τους το νερό, και κρατώντας αναμμένες δάδες, τραγουδούσαν τον υμέναιο, και οι Νηρηίδες βγήκαν στην επιφάνεια και πήγαιναν δίπλα-δίπλα, καβάλα στα δελφίνια, χειροκροτώντας, ημίγυμνες στα περισσότερα μέλη του σώματός τους. Το γένος των Τριτώνων επίσης και όποιο άλλο θαλάσσιο πλάσμα δεν προκαλεί φόβο στο μάτι χόρευε γύρω από την κοπέλα. Ο Ποσειδώνας εξάλλου ανέβηκε σε άρμα με την Αμφιτρίτη (τη γυναίκα του) πλάι του κι άνοιγε χαρούμενος δρόμο για τον αδελφό του που κολυμπούσε. Το αποκορύφωμα ήταν πως δυο Τρίτωνες μετέφεραν την Αφροδίτη ξαπλωμένη σε κοχύλι να ραίνει τη νύφη με κάθε λογής άνθη. Όλα τούτα γίνονταν από τη Φοινίκη μέχρι την Κρήτη. Όταν όμως επιβιβάστηκε στο νησί, ο ταύρος δεν φαινόταν πια, αλλά ο Δίας πήρε από το χέρι την Ευρώπη και την οδήγησε στο Δικταίο άντρο, κατακόκκινη και με το βλέμμα χαμηλωμένο γιατί είχε πια καταλάβει που πήγαινε. Τότε εμείς πέσαμε ο καθένας στο πέλαγος προς διαφορετικές κατευθύνσεις και βυθιστήκαμε στα κύματα.
ΝΟΤΟΣ: Τυχερέ Ζέφυρε, τι όμορφο θέαμα είδες! Αντίθετα εγώ είδα μόνο γύπες, ελέφαντες και μαύρους ανθρώπους.
(Λουκιανός, «Ενάλιοι διάλογοι» μετάφραση εκδόσεων «Κάκτος»)
No comments:
Post a Comment